Ο Α.Τ. είχε γενικά τη φήμη ιδιότροπου και δύσκολου ανθρώπου, που αποτραβιόταν κι έμενε μακριά απ’όλους. Ήταν απ’αυτούς που δεν είχαν κρατήσει φίλους και κολλητούς απ’τα παλιά – μ’όλους του σχεδόν τους συμμαθητές είχε χαθεί και έτρεμε να τους συναντήσει. Ποιος ήξερε – έλεγε μέσα του – τι φρούτα θα’χουν καταντήσει και τι φρίκη θα’τρωγε όταν θ’αντάλλαζε δυο κουβέντες μαζί τους;
Καμιά φορά, η περιέργεια τον κυρίευε κι εντόπιζε, είτε στα σόσιαλ μύδια είτε αλλού, παλιούς συμμαθητές, παλιές συμμαθήτριες, και πάντα το σκυλομετάνιωνε που κοίταζε τα προφίλ τους. Να, σαν τις προάλλες που’τυχε να δει το επαγγελματικό site ενός παλιού συμμαθητή του που τότε στις Πανελλήνιες, είκοσι χρόνια πριν, είχε περάσει Ιατρική. Το διάβασε και βάραγε το κεφάλι του στον τοίχο.
Στο βιογραφικό του ο γιατρός καμάρωνε σα γύφτικο σκεπάρνι που τέλειωσε το λύκειο μ’εικοσάρι ολοστρόγγυλο, λες κι είχε αυτό καμία σημασία για τη μετέπειτα ζωή και καριέρα του. Καμάρωνε για κάτι φοιτητικούς διαγωνισμούς πάνω στο γνωστικό του αντικείμενο, στους οποίους διακρίθηκε. Καμάρωνε που είχε πάρει υποτροφία απ’το ΙΚΥ κι απ’την υπηρεσία που δούλευε ο μπαμπάς του. Καμάρωνε που τέλειωσε το προπτυχιακό με άριστα, δηλαδή λίγο πάνω απ’το οχτώμισι. Καμάρωνε που έκανε μεταπτυχιακό, που έκανε αγροτικό, που έκανε ειδικότητα, που έκανε εξειδίκευση.
Δεν έγραφε όμως πουθενά για συμμετοχές σ’επιστημονικά συνέδρια, για δημοσιεύσεις και μονογραφίες πάνω στ’αντικείμενό του, για συμμετοχή του σε επιστημονικές επιτροπές ή για ερευνητικά έργα. Αυτές οι αναφορές ήταν θαμμένες κάπου εκεί που στους πίνακες του Bob Ross κρύβονταν οι σκίουροι που ερωτοτροπούσαν. Ίσως γιατί, όπως αποδείχτηκε τελικά, οι δημοσιεύσεις μετριόντουσαν στα δάχτυλα του ενός χεριού – κι αυτό ελαφρά κουτσουρεμένο. Πρώτη μούρη στο CV ήταν μονάχα κάτι χαζά και μισά , κάτι υποψηφιότητες δημοτικού και κοινοτικού συμβούλου, κάτι ημερίδες και σεμινάρια σε ΙΕΚ και φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, κάτι αρθρογραφίες σε τοπικές εφημερίδες κι εμφανίσεις σε τοπικά κανάλια.
Το χτύπημα το τελειωτικό ήταν εκεί που διάβασε πως ο παλιός του συμμαθητής καμάρωνε για την ιδιότητά του ως μέλους της MENSA. Αυτής ντε της – καθόλου ρατσιστικής – οργάνωσης όπου μαζεύονται διάφοροι με υψηλό IQ κι αλληλοσυγχαίρονται για το πόσο υπεργαμάτοι είναι και μεθάνε απ’την ανωτερίλα τους, αφού δεν είναι σαν τους καθυστερημένους μπυθουλαίους.
«Δεν πα’στο διάολο», είπε ο Α.Τ. κι έκλεισε την καρτέλα του browser, διαγράφοντας και το ιστορικό.